Ας φαντασθούμε, σήμερα, ένα υποθετικό σενάριο. Στις ευρωεκλογές της 13ης Ιουνίου είχαμε δύο ανεξάρτητα ψηφοδέλτια. Στο ένα επικεφαλής ο Σάκης Ρουβάς με τους επίδοξους συναδέλφους του, παίκτες του Fame Story. Στο άλλο, επικεφαλής ο Οτο Ρεχάγκελ με τους παίκτες της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου... Πιθανότερο αποτέλεσμα; Θα «σάρωναν» και θα έμεναν άλαλοι οι λαλίστατοι σχολιαστές, που μετακινούνται από κανάλι σε κανάλι ταχύτερα και από το... τηλεκοντρόλ!
Το σενάριο είναι υποθετικό, αλλά το φαινόμενο του πανεθνικού ξεσηκωμού για τον Σάκη Ρουβά, στον διαγωνισμό της Eurovision, και τις επιτυχίες της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα δεν είναι άσχετο με την πολιτική συμπεριφορά των ελλήνων πολιτών.
Ολοι χαρήκαμε για την άνοδο της εθνικής μας ομάδας στο ευρωπαϊκό ποδοσφαιρικό στερέωμα και όλοι κολακευόμαστε για τα συνεχή επαινετικά σχόλια του ξένου Τύπου και των παραγόντων του δημοφιλούς ομαδικού παιχνιδιού.
Δικαιολογημένα εκατομμύρια ελλήνων πολιτών καθηλώθηκαν στις τηλεοπτικές οθόνες και με αγωνία παρακολουθούσαν τους κρίσιμους αγώνες της ομάδας μας και ξεσπούσαν σε πανηγυρισμούς σε κάθε «εθνικό» τέρμα. Το ποδόσφαιρο έχει εκατομμύρια οπαδούς και πολλοί από αυτούς δεν είναι απαθείς θεατές, αλλά φανατικοί ποδοσφαιρόφιλοι. Δεν είναι, συνεπώς, παράδοξο φαινόμενο το μέγα πλήθος και το μέγα πάθος για την ευρωπαϊκή πορεία της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου.
Σε κάποια όμως μικρή γωνίτσα στο υποσυνείδητο των Ελλήνων φωλιάζει το σύνδρομο «του καρπαζωμένου που λυσσάει για νίκες και ονειρεύεται θριάμβους», όπως έγραφε, επιγραμματικά, στο «Βήμα» η Πανδώρα.
H εκδήλωση και η αποτύπωση αυτού του συνδρόμου ήταν πιο έντονη στην περίπτωση του Σάκη Ρουβά. Δεν νομίζω ότι τέσσερα και πλέον εκατομμύρια Ελληνες είναι τόσο φανατικοί οπαδοί του συμπαθούς τραγουδιστή και του ξένου προς τα μουσικά ακούσματά μας τραγουδιού του. Με τη συμβολή και των τηλεοπτικών καναλιών και των «ποδοσφαιρικών» σχολιασμών καλλιεργήθηκε η προσδοκία, ή μάλλον η βεβαιότητα, ότι με τον Σάκη θα «ξαναπάρουμε την Πόλη»... Αυτό που ζήσαμε το βράδυ της Eurovision δεν ήταν μουσικός διαγωνισμός, αλλά εθνική αναμέτρηση!
ΤΟ ΒΗΜΑ
Το σενάριο είναι υποθετικό, αλλά το φαινόμενο του πανεθνικού ξεσηκωμού για τον Σάκη Ρουβά, στον διαγωνισμό της Eurovision, και τις επιτυχίες της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα δεν είναι άσχετο με την πολιτική συμπεριφορά των ελλήνων πολιτών.
Ολοι χαρήκαμε για την άνοδο της εθνικής μας ομάδας στο ευρωπαϊκό ποδοσφαιρικό στερέωμα και όλοι κολακευόμαστε για τα συνεχή επαινετικά σχόλια του ξένου Τύπου και των παραγόντων του δημοφιλούς ομαδικού παιχνιδιού.
Δικαιολογημένα εκατομμύρια ελλήνων πολιτών καθηλώθηκαν στις τηλεοπτικές οθόνες και με αγωνία παρακολουθούσαν τους κρίσιμους αγώνες της ομάδας μας και ξεσπούσαν σε πανηγυρισμούς σε κάθε «εθνικό» τέρμα. Το ποδόσφαιρο έχει εκατομμύρια οπαδούς και πολλοί από αυτούς δεν είναι απαθείς θεατές, αλλά φανατικοί ποδοσφαιρόφιλοι. Δεν είναι, συνεπώς, παράδοξο φαινόμενο το μέγα πλήθος και το μέγα πάθος για την ευρωπαϊκή πορεία της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου.
Σε κάποια όμως μικρή γωνίτσα στο υποσυνείδητο των Ελλήνων φωλιάζει το σύνδρομο «του καρπαζωμένου που λυσσάει για νίκες και ονειρεύεται θριάμβους», όπως έγραφε, επιγραμματικά, στο «Βήμα» η Πανδώρα.
H εκδήλωση και η αποτύπωση αυτού του συνδρόμου ήταν πιο έντονη στην περίπτωση του Σάκη Ρουβά. Δεν νομίζω ότι τέσσερα και πλέον εκατομμύρια Ελληνες είναι τόσο φανατικοί οπαδοί του συμπαθούς τραγουδιστή και του ξένου προς τα μουσικά ακούσματά μας τραγουδιού του. Με τη συμβολή και των τηλεοπτικών καναλιών και των «ποδοσφαιρικών» σχολιασμών καλλιεργήθηκε η προσδοκία, ή μάλλον η βεβαιότητα, ότι με τον Σάκη θα «ξαναπάρουμε την Πόλη»... Αυτό που ζήσαμε το βράδυ της Eurovision δεν ήταν μουσικός διαγωνισμός, αλλά εθνική αναμέτρηση!
ΤΟ ΒΗΜΑ